Χοληστερίνη και γυναικείο φύλο: Υπάρχουν ιδιαιτερότητες που πρέπει να γνωρίζουν οι γυναίκες;
Τα λιπίδια είναι ενώσεις που απαντώνται στους ζωντανούς οργανισμούς ως δομικά συστατικά και ως πηγές ενέργειας. Μπορούν να συντεθούν ενδογενώς, αλλά και να απορροφηθούν από τη διατροφή. Αν και υπάρχουν αρκετές μορφές λιπιδίων, εκείνα που έχουν μελετηθεί περισσότερο είναι:
- Η ολική χοληστερόλη (total cholesterol, TC)
- Η λιποπρωτεΐνη υψηλής πυκνότητας (HDL- «καλή» χοληστερόλη)
- Η λιποπρωτεΐνη χαμηλής πυκνότητας (LDL- «κακή» χοληστερόλη)
- Τα τριγλυκερίδια
Είναι σημαντικό να κάνει κάποιος μέτρηση των επιπέδων των λιπιδίων σε νεαρή ηλικία, μέχρι τα 35, ώστε να καθοριστεί η τιμή βάσης που θα αποτελέσει το σημείο αναφοράς για τον γιατρό. Τα άτομα που εκτιμάται ότι διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο καρδιοπάθειας (π.χ. λόγω θετικού οικογενειακού ιστορικού ή αυξημένου βάρους) πρέπει να κάνουν την πρώτη εξέταση αρκετά νωρίτερα. Τα υγιή άτομα με φυσιολογική χοληστερίνη θα πρέπει να κάνουν εξετάσεις τουλάχιστον κάθε πέντε χρόνια. Όσοι έχουν οικογενειακό ιστορικό υψηλής χοληστερίνης, όσοι πάσχουν από αρτηριακή υπέρταση και όσοι έχουν διαγνωστεί με σακχαρώδη διαβήτη θα πρέπει να επαναλαμβάνουν την εξέταση σε ετήσια βάση. Υπάρχουν όμως και ιδιαιτερότητες στα λιπίδια ανάλογα με το φύλο. Οι γυναίκες επηρεάζονται από ορμονικές αλλαγές κατά τη διάρκεια της ζωής τους που κάνουν τα επίπεδα της χοληστερίνης να αυξάνονται σε ορισμένες καταστάσεις.
Στη διάρκεια της εμμηνόπαυσης, τα επίπεδα των οιστρογόνων στο γυναικείο οργανισμό μειώνονται, υποβάλλοντας το σώμα σε μια σειρά αλλαγών, οι οποίες, συνήθως, δεν είναι εμφανείς. Μεταξύ αυτών είναι και η αύξηση της LDL-χοληστερόλης. Η αυξημένη LDL («κακή») χοληστερόλη είναι μια σημαντική και αρκετά συνηθισμένη επίπτωση της εμμηνόπαυσης, καθώς πλήττει συνήθως 1 στις 2 γυναίκες άνω των 55 ετών. Είναι λοιπόν πολύ σημαντικό να γίνεται έλεγχος των επιπέδων της χοληστερίνης μαζί με τον υπόλοιπο έλεγχο που αφορά στην εμμηνόπαυση.
Υπάρχουν όμως και αρκετοί παράγοντες που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε υψηλή χοληστερίνη και πριν την εμμηνόπαυση. Συνήθως εμφανίζονται πριν την ηλικία των 50 ετών και αναγκάζουν τις γυναίκες να κάνουν αλλαγές στις διατροφικές τους συνήθειες ή/και να λάβουν φαρμακευτική αγωγή. Η εγκυμοσύνη είναι μια περίοδος στη ζωή της γυναίκας που παρουσιάζεται αύξηση των οιστρογόνων και των ορμονών λόγω της ανάπτυξης του πλακούντα. Η χοληστερίνη είναι μια απαραίτητη ουσία για την παραγωγή των ορμονών αυτών, με αποτέλεσμα να εμφανίζεται υψηλή χοληστερίνη. Κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης δεν χορηγούμε φαρμακευτική αγωγή για τη μείωση της χοληστερίνης, είναι όμως πολύ σημαντικό να ακολουθούν οι γυναίκες έναν υγιεινό τρόπο ζωής (διατροφή και άσκηση). Η χρήση αντισυλληπτικών δισκίων που περιέχουν γυναικείες συνθετικές ορμόνες με συνδυασμό οιστρογόνων και προγεστερόνης, επηρεάζουν τα τριγλυκερίδια και τα επίπεδα της χοληστερίνης, προκαλώντας αλλαγές στα επίπεδα τόσο της HDL όσο και της LDL. Επίσης, ο υποθυρεοειδισμός που είναι αρκετά συχνός στις γυναίκες, αποτελεί μία από τις αιτίες που μπορεί να οδηγήσει σε αύξηση της χοληστερίνης στο αίμα. Η νεφρική ανεπάρκεια είναι μια ακόμα αιτία συσσώρευσης λιπιδίων στο αίμα και αύξησης των επίπεδων χοληστερίνης. Τέλος, η παχυσαρκία αποτελεί τη συνηθέστερη αιτία. Τα συσσωρευμένα λίπη διαταράσσουν άμεσα την ισορροπία των επιπέδων της HDL και της LDL, με αποτέλεσμα την αύξηση στο αίμα των λιπιδίων που προάγουν την αθηροσκλήρυνση.
Είναι, λοιπόν, πολύ σημαντικό να ελέγχουν οι γυναίκες τα επίπεδα της χοληστερίνης τους τόσο πριν, όσο και μετά την εμμηνόπαυση. Επίσης, ο γιατρός θα πρέπει να έχει κατά νου τις ιδιαιτερότητες του γυναικείου φύλου και να συμβουλεύει τις γυναίκες ανάλογα με τη φάση της ζωής τους στην οποία βρίσκονται.
Αικατερίνη Κόνιαρη
Επιμελήτρια Β’-ΣΤ’ Καρδιολογικής Κλινικής, Νοσοκομείο ΥΓΕΙΑ